Στις 11 Μαΐου 2018 το Συμβούλιο της Επικρατείας κατά τη διάρκεια διάσκεψης της Ολομέλειας απέρριψε με οριακή πλειοψηφία (13 υπέρ της συνταγματικότητας των περικοπών και 12 κατά) τις προσφυγές που ζητούσαν να κηρυχθούν αντισυνταγματικά ο επανυπολογισμός των συντάξεων και η περικοπή της προσωπικής διαφοράς στις καταβαλλόμενες συντάξεις τους που είχαν επιβληθεί με τον Ν. 4387/2016 («Νόμος Κατρούγκαλου»).
Σε περίπτωση που κάτι τέτοιο τελικά αποτελέσει επίσημη απόφαση του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου, τα δεδομένα σχετικά με τις επερχόμενες περικοπές των συντάξεων, που θα ισχύσουν από 1-1-2019, θα αλλάξουν σημαντικά. Το κυρίως θέμα συζήτησης της εν λόγω διάσκεψης αφορά κυρίως τεχνικά ζητήματα και επουδενί δεν αποτελεί κάποια οριστική απόφαση αφού οι διασκέψεις της Ολομέλειας σχετικά με τις αλλαγές στις κύριες και επικουρικές συντάξεις που επιβάλλει ο «Νόμος Κατρούγκαλου» θα συνεχιστούν έως τέλη Ιουνίου. Παρά το γεγονός ότι οι διασκέψεις δεν έχουν ολοκληρωθεί, η είδηση διοχετεύτηκε μόλις μετά από λίγη ώρα στα μέσα μαζικής ενημέρωσης προκαλώντας ιδιαίτερη αναστάτωση σε πληθώρα συνταξιούχων.
Μετά από λίγες μέρες, όμως, στις 16 Μαΐου, μία εξέλιξη ιδιαίτερης συμβολικής αλλά και ουσιαστικής σημασίας έρχεται να ταράξει τα νερά. Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, Νίκος Σακελλαρίου προχώρησε σε παραίτηση αφήνοντας αιχμές για παρασκηνιακές διεργασίες σε κρίσιμες διασκέψεις του ΣτΕ. Πιο συγκεκριμένα, στην επιστολή παραίτησής του αναφέρεται χαρακτηριστικά στην «πρόσφατη παραβίαση του απορρήτου της διασκέψεως του Δικαστηρίου σχετικά με το νέο ασφαλιστικό σύστημα», αναφερόμενος στην απόφαση της 11ης Μαΐου. Επιπλέον, ο Πρόεδρος του ΣτΕ μιλά για αδιανόητη και απαράδεκτη παραβίαση του δικαστικού απορρήτου που επέφερε πλήγμα στην αξιοπιστία και το κύρος του θεσμού του ΣτΕ.
Η πρωτοφανής παραίτηση προκάλεσε αμηχανία στην κυβέρνηση φέρνοντας για ακόμη μία φορά στην επιφάνεια τις δυσλειτουργίες που χαρακτηρίζουν το δικαστικό σύστημα καθώς και τις πολιτικές σκοπιμότητες που επικρατούν.
Τι ακριβώς όμως συνέβη; Ο Γιώργος Ρωμανιάς, πρώην γενικός γραμματέας Κοινωνικών Ασφαλίσεων υποστήριξε κατά τη διάρκεια της εκπομπής «Καλημέρα Ελλάδα» πως η Υπουργός Εργασίας, Έφη Αχτσιόγλου, επισκέφθηκε το Συμβούλιο της Επικρατείας μία μέρα προτού βγει η απόφαση για τη συνταγματικότητα του νόμου Κατρούγκαλου, κάνοντας λόγο για θεσμική πίεση προς τη Δικαιοσύνη, κάτι το οποίο όμως δεν αναφέρθηκε στην δήλωση παραίτησης του Σακελλαρίου.
Σχετικά με την απόφαση του ΣτΕ για το «νόμο Κατρούγκαλου» το ανώτατο δικαστήριο αναμένεται να συνεχίσει τις διασκέψεις. Ο κ. Σακελλαρίου τοποθετήθηκε δημόσια αναφορικά με το θέμα, δηλώνοντας πως «υπάρχει πλέον ορατός κίνδυνος περαιτέρω μειώσεως του ύψους των απονεμομένων συντάξεων, με τελικό αποτέλεσμα την πλήρη εξαθλίωση όλων των συνταξιούχων». Κλείνοντας τη σύντομη δήλωσή του, επεσήμανε όμως ότι παρά τις όποιες αδυναμίες του δικαστικού συστήματος, έχει τη βεβαιότητα ότι «υπάρχουν δικασταί εις τας Αθήνας» και άρα ότι θα απονεμηθεί δικαιοσύνη στους συνταξιούχους.
Το ζήτημα που τίθεται είναι ένα: Εφόσον ήδη από την πρώτη διάσκεψη της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας την Παρασκευή 30 Μαρτίου ο ΕΦΚΑ κρίθηκε αντισυνταγματικός και άφησε εκτός γιατρούς, δικηγόρους, μηχανικούς, δικαστικούς επιμελητές και συμβολαιογράφους, τινάζοντας στον αέρα τον ασφαλιστικό νόμο, τα υπόλοιπα 12 σημεία του «Νόμου Κατρούγκαλου» που επίσης βρίσκονται υπό το μικροσκόπιο του ΣτΕ θα κριθούν κι αυτά αντισυνταγματικά. Οι εν λόγω εξελίξεις καθώς και ο αυξημένος αριθμός προσφυγών των συνταξιούχων έχουν προκαλέσει πονοκέφαλο στην κυβέρνηση εν όψει της τελευταίας αξιολόγησης. Η κυβέρνηση βρισκόμενη υπό πίεση προχωρά σε σπασμωδικές κινήσεις. Προσπαθώντας να περισώσει την κατάσταση από τη μία ασκεί πίεση προς το Συμβούλιο της Επικρατείας, από την άλλη προσπαθεί να αποπροσανατολίσει τους συνταξιούχους έτσι ώστε να σταματήσουν οι προσφυγές. Για να προστατευθούν όμως οι συνταξιούχοι από τις νέες περικοπές που θα επιβληθούν από 1-1-19 η λύση της προσφυγής είναι μονόδρομος, κάτι που αποδεικνύεται από τον τον τρόμο που έχει καταβάλει την κυβέρνηση. Στη συνέχεια, θα αποδοθεί δικαίωση αφού όπως σωστά ανέφερε ο κ. Σακελλαρίου «υπάρχουν δικασταί εις τας Αθήνας».